Ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί πλέον μια συνηθισμένη πάθηση με το ποσοστό νοσηρότητας να ξεπερνά το 5%, σε πολλές χώρες μάλιστα αποτελεί την τρίτη αιτία θανάτου. Υπάρχει μια πολυπλοκότητα γύρω από τον ορισμό του διαβήτη λόγω «της έλλειψης ενός γενετικού χαρακτηριστικού, της ποικιλίας των κλινικών εκδηλώσεων και των πολυάριθμων παραγόντων οι οποίοι επηρεάζουν τις βιοχημικές παραμέτρους του αίματος». (Παπανικολάου, 2009 : 391).
Ως σακχαρώδης διαβήτης της κυήσεως ορίζεται η υδατανθρακική δυσανεξία που αναπτύσσεται ή που ανακαλύπτεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης για πρώτη φορά (Ζαμπέλας, 2003) και τελειώνει μετά τον τοκετό. Με βάση τα ευρήματα κάποιων επιδημιολογικών μελετών που διεξήχθησαν στις ΗΠΑ ο διαβήτης κύησης προσβάλλει το 7% των εγκύων.
Αν και οι επιστήμονες δεν εντόπισαν τα ακριβείς αίτια του , υποψιάζονται ότι ινσουλίνη αδυνατεί να παραχθεί λόγω των ορμονών του πλακούντα. Έπειτα, χωρίς την ινσουλίνη, η γλυκόζη καθίσταται αδύνατο να φύγει από το αίμα, έτσι ώστε να μην μπορεί να μετατραπεί σε ενέργεια που έχει ως αποτέλεσμα να προκαλείται υπεργλυκαιμία.
Είναι πολύ πιθανόν ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης να εμφανιστεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας της εγκυμοσύνης, ωστόσο η συχνότερη εμφάνιση του είναι κατά το δεύτερο εξάμηνο της κύησης. Υπάρχουν κάποια ύποπτα σημάδια που υποδηλώνουν διαβήτη κύησης που δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να παραβλέπονται. Κάποια από αυτά τα συμπτώματα είναι η έντονη αίσθηση της δίψας όπως και έντονη ανάγκη για κατανάλωση φαγητού , το άτομο νιώθει έντονη κούραση και έλλειψη ενέργειας , νιώθει κάψιμο κατά τη διαδικασία της ούρησης και ανεξήγητες λοιμώξεις. Επίσης σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να παρατηρηθεί μούδιασμα ή αίσθημα καψίματος στα άνω και κάτω άκρα, όπως και λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος ή της ουροδόχου κύστης και η γρήγορη απώλεια βάρους. Πολλές εγκυμονούσες, υπό αυτές τις συνθήκες είναι πιθανόν να παραπονεθούν για θολή όραση κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης, αυτό συμβαίνει για το λόγω του ότι ο διαβήτης προκαλεί καταστροφή κάποιων μικρών αιμοφόρων αγγείων στον αμφιβληστροειδή, με επακόλουθο την απώλεια όρασης (Gibney et al, 2010)
Ανάμεσα στις επιπτώσεις που διατρέχει η μέλλουσα μητέρα περιλαμβάνεται η υπέρταση , το αυξημένο ποσοστό πιθανότητας για καισαρική τομή , η προεκλαμψία και ο πρόωρος τοκετός. Οι συνέπειες για τη γυναίκα είναι η πρόκληση πολυοργανικής ανεπάρκειας, διαταραχές όσον αφορά την πήξη του αίματος, μέχρι και αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο.
Έπειτα, οι συνέπειες για το έμβρυο λόγω του ότι λαμβάνει λιγότερο αίμα, θρεπτικές ουσίες και οξυγόνο είναι πολύ πιθανόν το βρέφος να γεννηθεί με χαμηλό βάρος. Επίσης, υπάρχει πιθανότητα πρόκλησης εμβρυϊκού υπερινσουλινισμού που οδηγεί σε μακροσωμία, νεογνικός τραυματισμός κατά τον τοκετό, δυστοκία των ώμων – παράλυση βραχιονίου πλέγματος, ίκτερος, υπογλυκαιμία, υποασβεστιαιμία, συγγενείς ανωμαλίες, εμβρυϊκός ή νεογνικός θάνατος (Ηλιάδου, 2016). Τέλος, αυξάνεται ο κίνδυνος για γενετική προδιάθεση για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 στην ενήλικη του ζωή , εμφάνισης αναπνευστικών προβλημάτων και παιδικής παχυσαρκίας.
Η έγκαιρη και επιστημονικά αποδεδειγμένη διάγνωση από ειδικούς αποτελεί ίσως τον πιο σημαντικό ρόλο στη μετέπειτα ανάπτυξη και εκδήλωση του σακχαρώδη διαβήτη, στον τρόπο αντιμετώπισης του και σαφώς για την υγεία της μέλλουσας μητέρας και του εμβρύου. Η εκτέλεση της σακχαραιμικής καμπύλης μεταξύ της 24ης και 28ης εβδομάδας της εγκυμοσύνης αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της διάγνωσης. Για την εκτέλεση ενός επιτυχή ελέγχου απαιτείται 3ήμερη φόρτιση με υδατάνθρακες και η έγκυος να είναι νηστική λαμβάνοντας 75 g γλυκόζης διαλυμένα σε 250 με 300 g νερό. Γίνεται λήψη αίματος πριν τη χορήγηση του υδατανθρακικού διαλύματος και δύο ώρες μετά τη χορήγηση της γλυκόζης.(Μανίος, 2006).
Για να αντιμετωπιστεί ο διαβήτης κυήσεως, χρειάζεται τα επίπεδα σακχάρου που βρίσκονται στο αίμα να διατηρούνται στα φυσιολογικά τους επίπεδα όλο του 24ωρό και σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας της κύησης. Ο αυτοέλεγχος του σακχάρου είναι αδιαμφησβήτηα σημαντικός καθώς η έγκυος πρέπει να εκτελεί 4 μετρήσεις ημερησίως και να καταγράφει τις ενδείξεις. Έπειτα, για την επίτευξη της ρύθμισης του σακχάρου του αίματος συνιστάται στην έγκυο γυναίκα να ακολουθήσει μια ειδική δίαιτα, την εφαρμογή ενός σωστού προγράμματος για να ρυθμιστεί ανάλογα η καθημερινή δραστηριότητα της όπως είναι η ήπια φυσική άσκηση. Σε περίπτωση που οι πιο πάνω λύσεις δεν έχουν θετικό αποτέλεσμα τότε η μέλλουσα μητέρα πρέπει να ακολουθεί τις οδηγίες του γιατρού για τη χορήγηση ινσουλίνης.
Τέλος, η διατροφή των εγκύων είναι αδιαμφισβήτητα σημαντική για το λόγω του ότι παίζει καθοριστικό ρόλο στο εάν η διαδικασία της εγκυμοσύνης θα εμπίπτει στα φυσιολογικά πλαίσια της υγιής ανάπτυξης. Πιο συγκεκριμένα, η διατροφή μιας εγκύου γυναίκας με σακχαρώδη διαβήτη κύησης πρέπει να παρακολουθείται από ειδικό διαιτολόγο. Η κατανάλωση ζάχαρης , έτοιμων φαγητών και συμπυκνωμένων γλυκών πρέπει να αποφεύγεται όπως επίσης και η κατανάλωση αλκοόλ, λευκών τυριών και αλλαντικών. Ωστόσο, είναι απαραίτητο τα γεύματα να είναι συχνά και μικρά, να γίνεται λήψη λιτού πρωινού, να επιλέγονται τροφές με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη και πλούσιες σε φυτικές ίνες (λαχανικά, όσπρια, φρούτα) και να μειωθεί η κατανάλωσης λίπους. Συνήθως, στα διαιτολόγια των εγκύων γυναικών με σακχαρώδη διαβήτη , συνιστάται να περιέχουν υψηλό ποσοστό πρωτεϊνών (περίπου 20-25%) , υδατάνθρακες (περίπου 35-45%) και λίπος (περίπου 20-30%).
Αντιφλεγμονώδη τρόφιμα: ‘Ολα όσα πρέπει να γνωρίζετε
Αντιφλεγμονώδη ονομάζονται τα τρόφιμα που συμβάλλουν ώστε να μειωθεί μια φλεγμονή στο σώμα. Η φλεγμονή είναι μια διαδικασία προστασίας που ενεργοποιείται από